Τρίτη 6 Σεπτεμβρίου 2016

Μαμά στα 40+: Η μητρότητα άργησε ... αλλά ήρθε!


της Αϊνόλα Τερζοπούλου
 
Σε μια εποχή και μια κοινωνία, όπου τα πρότυπα, τα δεδομένα και οι ρυθμοί της ζωής έχουν αλλάξει, συναντάμε συχνά γυναίκες, εκεί γύρω στα 40, που δεν έχουν αποκτήσει ακόμη παιδιά, ανησυχούν ωστόσο για το αν έχουν χάσει το τρένο της μητρότητας. Τα νέα για αυτές είναι μάλλον καλά!


Οι γυναίκες που γεννούν μετά τα 40, κάνουν πιο έξυπνα, υγιή, ήρεμα και ευτυχισμένα παιδιά, τα οποία έχουν λιγότερες πιθανότητες να υποφέρουν από ατυχήματα και να χρειαστούν νοσοκομειακή περίθαλψη. Αναπτύσσουν πιο ευρύ λεξιλόγιο και πετυχαίνουν καλύτερες επιδόσεις στα τεστ IQ μέχρι την ηλικία των 5 ετών. Όλα τα παραπάνω υποστηρίζει έρευνα του Ινστιτούτου Υγείας του Παιδιού του University College και του Birkbeck College του Λονδίνου, η οποία δημοσιεύθηκε πρόσφατα.
Επιπλέον φαίνεται ότι υπάρχουν οφέλη και στην ανατροφή των παιδιών, καθώς τα ευρήματα έδειξαν ότι οι γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας μπορούν να γίνουν καλύτερες μητέρες σε σύγκριση με αυτές σε νεότερες ηλικίες, πιθανόν λόγω της μεγαλύτερης εμπειρίας και ωριμότητάς τους. Η εν λόγω έρευνα σίγουρα καθησυχάζει όλες εκείνες τις γυναίκες που προτίμησαν να ζήσουν τα νιάτα τους ή να δώσουν προτεραιότητα στην καριέρα τους ή απλώς άργησαν να βρουν το σωστό σύντροφο, με αποτέλεσμα να αφιερωθούν στο ρόλο της μητέρας στη διάρκεια της πέμπτης δεκαετίας της ζωής τους.

Στην Αγγλία, ο αριθμός των γυναικών που γέννησαν μετά τα 40, αυξήθηκε από 15.000 το 2000 σε 27.000 το 2010. Κι αν κάποιοι υποστηρίζουν ότι οι μητέρες μεγαλύτερης ηλικίας είναι λιγότερο ενεργητικές και δεν έχουν την αντοχή να τρέχουν διαρκώς πίσω από τα παιδιά τους, φαίνεται ότι έχουν την ικανότητα να ανακαλύπτουν αμέσως τους πιθανούς κινδύνους και να αποφεύγουν δυνητικά επικίνδυνες καταστάσεις, προστατεύοντας καλύτερα τα παιδιά τους.

Επιπλέον, οι μεγαλύτερες σε ηλικία μητέρες φαίνεται να έχουν καλύτερες δεξιότητες όσον αφορά στην ανατροφή των παιδιών, είναι λιγότερο παρορμητικές, πιο ήρεμες και με μεγαλύτερη εμπειρία ζωής που τις εξοπλίζει καλύτερα ώστε να ανταπεξέλθουν στο νέο τους ρόλο. Επίσης, όπως προκύπτει, οι γυναίκες που αντιμετωπίζουν μεγαλύτερες δυσκολίες στην εγκυμοσύνη και τον τοκετό (όπως είναι πιθανό να συμβεί στις πιο μεγάλες ηλικίες), γίνονται καλύτερες μητέρες.

Στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, τα στοιχεία δείχνουν αύξηση 375% στις γυναίκες που αποκτούν παιδί μετά το 50ό έτος τους. Φυσικά ένα μωρό σε αυτή την ηλικία δεν είναι μια εύκολη υπόθεση, ωστόσο με τη δυνατότητα διαθεσιμότητας κατεψυγμένων ωαρίων ή δανεικών ωαρίων, τις ορμόνες που καθυστερούν την εμμηνόπαυση και την τεχνολογία να παρακολουθεί την υγεία της μέλλουσας μητέρας, είναι προφανές ότι μπορεί να καταστεί δυνατή μια εγκυμοσύνη σε αυτή την ηλικία.

Επιπλέον, επειδή οι περισσότερες μητέρες άνω των 50 χρησιμοποιούν δικά τους κατεψυγμένα ωάρια, ο κίνδυνος του συνδρόμου Down είναι χαμηλός. Σχετικές μελέτες διαπίστωσαν επίσης ότι οι γυναίκες που γίνονται μητέρες στα 50 αναφέρουν λιγότερο γονικό άγχος και ίδια επίπεδα κόπωσης με αυτά των μητέρων στα 30 και τα 40. Κι αν κάποιος θέσει το θέμα της φυσικής κατάστασης ως προς τη φροντίδα του παιδιού, η απάντηση έρχεται από τους παππούδες και τις γιαγιάδες που συχνά αναλαμβάνουν αυτό το ρόλο για τα εγγόνια τους.
Πριν λοιπόν σκεφτούμε όλους τους λόγους για τους οποίους ένα μωρό μετά από 50 μπορεί να είναι μια κακή ιδέα, καλό είναι να εξετάσουμε τους λόγους για τους οποίους θα μπορούσε να είναι μια καλή ιδέα, ξεκινώντας με το πόσο πολύ θέλει μια γυναίκα ένα παιδί, πόσο προσπάθησε νωρίτερα γι’ αυτό και τι δυσκολίες είχε στο να μείνει έγκυος, πριν χαρακτηρίσουμε την πράξη της εγωιστική. Σαφώς κάθε περίπτωση έχει θετικά και αρνητικά.
Ας δούμε λοιπόν, ποιες είναι οι δύο όψεις για τη μητρότητα μετά τα 40.

Τα υπέρ

Το σημαντικότερο πλεονέκτημα, σύμφωνα με τους ψυχολόγους, είναι ότι οι γυναίκες σε αυτή την ηλικία έχουν χορτάσει από τις χαρές της ζωής –ερωτικές σχέσεις, διασκέδαση, ταξίδια, επαγγελματική καταξίωση- και νιώθουν πιο ώριμες και έτοιμες να βιώσουν τους «περιορισμούς» της μητρότητας και να αφιερωθούν στο παιδί. Συχνά δε, λόγω μόρφωσης και εμπειρίας, κάνουν καλύτερες επιλογές ως προς τους συντρόφους τους.
Οι μεγαλύτερες μητέρες ανατρέφουν πιο ήρεμα παιδιά και αυτό είναι μία σημαντική εξέλιξη στον πολιτισμό μας. Επιπλέον είναι πιο πρόθυμες να θηλάσουν, όπως προκύπτει από αμερικανική έρευνα, η οποία συγχρόνως παρατήρησε ότι οι ίδιες εφαρμόζουν πιο υγιεινές διατροφικές συνήθειες στα παιδιά τους. Μία άλλη έρευνα έδειξε ότι οι γυναίκες μετά τα 40 που αποκτούν μωρά με φυσιολογικό τρόπο τείνουν να ζουν περισσότερο. Μία λογική εξήγηση είναι πως τα οιστρογόνα που κατακλύζουν τον οργανισμό έχουν επίδραση που βοηθάει στη μακροζωία αφού προστατεύουν την καρδιά, την υγεία των οστών και τη λειτουργία πολλών ακόμη οργάνων.

Τα κατά

Η γυναικεία γονιμότητα μειώνεται όσο περνούν τα χρόνια, ξεκινώντας μετά τα 30. Τα ποσοστά μειώνονται μετά τα 35 και ακόμη περισσότερο μετά την ηλικία των 40, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν γυναίκες που συλλαμβάνουν φυσιολογικά στα 42 ή στα 45. Σε γενικές γραμμές, μία στις τέσσερις γυναίκες άνω των 35 δυσκολεύεται να μείνει έγκυος.
Η ικανότητα σύλληψης με φυσιολογικό τρόπο τελειώνει περίπου δέκα χρόνια πριν την εμμηνόπαυση, δυστυχώς όμως δεν υπάρχει μέθοδος ακριβούς πρόβλεψής της. Το μόνο που μπορεί να γίνει είναι η μέτρηση ορισμένων δεικτών γονιμότητας, που όταν είναι φυσιολογικοί, σημαίνει ότι η γυναίκα βρίσκεται σε αναπαραγωγική ηλικία, ενώ όταν είναι αυξημένοι, καταλαβαίνουμε ότι η αναπαραγωγική ηλικία τελειώνει, αλλά τότε είναι ήδη αργά.
Όσο αυξάνεται η ηλικία, τόσο μεγαλώνει και το ποσοστό των ωαρίων με γενετικά προβλήματα. Οι χρωμοσωμικές ανωμαλίες είναι περισσότερο συνηθισμένες στις ηλικίες μετά τα 40. Ενδεικτικά, το σύνδρομο Down είναι εκατό φορές πιο πιθανό να συμβεί σε γυναίκες άνω των 45 απ” ότι σε γυναίκες κάτω των 19. Ωστόσο ο προγεννητικός έλεγχος είναι πλέον τόσο ακριβής ώστε τα έμβρυα με τις τρεις πιο συνηθισμένες χρωμοσωμικές ανωμαλίες μπορούν να ανιχνευθούν έγκαιρα σε ποσοστό 100%.
Μετά την ηλικία των 40 ετών, το ποσοστό των γυναικών που αποβάλλει στις πρώτες 24 εβδομάδες ανέρχεται στο 35%. Επιπλέον, είναι πιθανό να συμβούν επιπλοκές στην κύηση που στη δεκαετία των 20 είναι σχεδόν απίθανες. Για την έγκαιρη διάγνωση μερικών αιτιών που οδηγούν σε αποβολή, χρειάζονται αιματολογικές εξετάσεις, γυναικολογικός έλεγχος και Παπ τεστ πριν τη γονιμοποίηση.
Η ηλικία και τυχόν προβλήματα υγείας που επιφέρει, αποτελούν καθοριστικό παράγοντα για την επιλογή καισαρικής. Τέτοια είναι τα ινομυώματα (που μπορεί να ευθύνονται για επιπλοκές όπως η αδυναμία διαστολής του τραχήλου και η ισχιακή προβολή του εμβρύου), ο διαβήτης της κύησης (παρουσιάζεται σε διπλάσιο ποσοστό απ’ ότι σε νεώτερες ηλικίες), η υπέρταση της κύησης (είναι δύο-τρεις φορές πιθανότερο να εμφανιστεί σε μεγαλύτερες ηλικίες) και ο πρόωρος τοκετός (είναι τέσσερις φορές συχνότεροι σε σύγκριση με νεώτερες ηλικίες).
Αν δεν συντρέχει κανένα πρόβλημα υγείας και το επιθυμεί η έγκυος, μπορεί σαφώς να προχωρήσει σε φυσιολογικό τοκετό.

defencenet.gr 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...