Οσο κι αν φαντάζει σύγχρονο πρόβλημα, οι αρνητικές επιπτώσεις της ρίψης ελαιολάδου σε δέντρα και αγρούς ήταν γνωστές από την αρχαιότητα (Niaounakis & Halvadakis, 2004). Ασφαλώς, στις μέρες μας, έχει διαδοθεί λόγω της αναγκαίας επεξεργασίας του ελαιόκαρπου από τα τριφασικά ελαιοτριβεία, τα οποία όμως δεν έχουν σχέδιο διαχείρισής του και συνήθως τον διαθέτουν σε χειμάρρους και ποτάμια που καταλήγουν στη θάλασσα.
Ο κατσίγαρος, λοιπόν, είναι το μαύρο ζουμί που τρέχει στα ποτάμια που εμπεριέχει φαινόλες, μέταλλα και οργανικά οξέα σε μεγάλες ποσότητες, έχει υψηλό ρυπαντικό οργανικό φορτίο (45-50 φορές μεγαλύτερο απ’ ότι αυτό των αστικών αποβλήτων) και φυτοτοξικές ιδιότητες προκαλώντας βλάβη στο οικοσύστημα, έως και θάνατο φυτών, μικροοργανισμών, εντόμων και ευαίσθητων υδρόβιων ζώων (Βορεάδου, 1993, Σαββίδης, 1994, Ramos – Cormenzana et al, 1996, Tardioli et al., 1997). Υπολογίζεται ότι για κάθε κιλό παραγόμενου ελαιολάδου δημιουργούνται κατά μέσο όρο 5 κιλά αποβλήτων. Ο κατσίγαρος μπορεί να μην περιέχει βαρέα μέταλλα ή μη αποδομήσιμες οργανικές ουσίες, αλλά η αλόγιστη διάθεσή του στο περιβάλλον σε συνδυασμό με το υψηλό οργανικό του φορτίο και τη φυτοτοξικότητά του, λόγω φαινολικών ενώσεων και οργανικών οξέων, προκαλεί υπολογίσιμη βλάβη (Βερβέρη, 2004). Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι τα απόβλητα ενός ελαιουργείου, µέσης δυναµικότητας, συνολικού όγκου φυτικών αποβλήτων 50 m3/day, µε ΒOD 40 g/L, ισοδυναµούν µε αστικά λύματα ενός οικισµού 30.000 κατοίκων ως προς στη ρυπογόνο τους δύναµη (Μπαλατσούρας, 1999).
Συχνά καταλήγει σε θάλασσα λουόμενων και αλιέων με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται για τον άνθρωπο. Ο Κούγκολος (2007) μας λέει ότι το υψηλό οργανικό φορτίο σε συνδυασμό με τα σάκχαρα και άλλα συστατικά συντελούν στην ελάττωση του διαλυμένου οξυγόνου του νερού της θάλασσας, γεγονός που έχει σοβαρές επιπτώσεις στους θαλάσσιους οργανισμούς.
Γενικά ο κατσίγαρος δημιουργεί στρώμα ελαίων και εμποδίζει τη διάλυση του οξυγόνου, προκαλώντας ασφυξία σε αρκετούς οργανισμούς. Επίσης, προκαλεί υποβάθμιση της γονιμότητας των καλλιεργειών και του εδάφους, περιορισμό της φωτοσύνθεσης, παρεμπόδιση οξυγόνωσης των νερών, μείωση του πορώδους εδάφους, αποξυγόνωση υδάτινων αποδεκτών (π.χ. θάλασσας), φαινόμενα ευτροφισμού, διάβρωση εδαφών, διείσδυση στον υδροφόρο ορίζοντα, επηρεάζει την προσρόφηση, αποικοδόμηση και την κυκλοφορία των φυτοφαρμάκων, κ.α. (Κούγκολος, 2007, Niaounakis & Halvadakis 2004, Ντόλια, 2006).
Για όλους αυτούς τους λόγους έχουν καθιερωθεί από την ΕΕ ανώτατα επιτρεπτά όρια σωματιδίων και επικίνδυνων στοιχείων στο νερό με την Οδηγία 2008/98/ΕΚ, με την οποία η χώρα μας κλήθηκε να εναρμονιστεί.
Τόσο οι πολίτες όσο και οι αυτοδιοικητικοί δεν είναι ενημερωμένοι για τις αρνητικές επιδράσεις τέτοιων μονάδων στο περιβάλλον, αλλά και στην υγεία τους ορισμένες φορές, όπως έχουν επισημάνει οι επιστημονικές έρευνες. Η ρύπανση που προκαλείται από τέτοιες μονάδες είναι μεγάλη και πέρα από τον προφανή κίνδυνο που περιγράφηκε παραπάνω, μας εκθέτει διεθνώς, καθότι το νησί μας είναι και παγκόσμιος τουριστικός προορισμός φυσιολατρών (π.χ. birdwatchers).
Ωστόσο, αν υπάρχει κάποιος επιστήμονας που ενημερώνει την κοινή γνώμη ότι ο κατσίγαρος δεν προκαλεί βλάβη στα φυτά, στο χώμα, στους οργανισμούς και στα αλιεύματα είναι αυτονόητο ότι θα πρέπει να το αποδείξει με σοβαρή βιβλιογραφία και έρευνα δημοσιευμένη σε έγκριτα διεθνή επιστημονικά περιοδικά και όχι με εικασίες, δημιουργώντας εντυπώσεις και αποπροσανατολίζοντας, θέτοντας παράλληλα σε κίνδυνο το οικοσύστημα και, κατ” επέκταση, τον άνθρωπο. Όπως είναι αυτονόητο ότι οι ελεγκτικές αρχές και τα κέντρα λήψης αποφάσεων πρέπει να βασίζονται σε δημοσιοποιημένες έρευνες και νόμους και όχι σε …εικασίες.
Σ’αυτό το σημείο, πρέπει να ειπωθεί ότι το θέμα επεξεργασίας του κατσίγαρου δεν είναι πολιτικό –δεν πρέπει να χρησιμοποιείται προς εξυπηρέτηση μικροπολιτικών συμφερόντων– αλλά επιστημονικό και νομικό.
Τα απόβλητα των διφασικών ελαιοτριβείων χρήζουν κατάλληλης επεξεργασίας και αυτό θα πρέπει να γίνει μέσω της δημιουργίας μονάδας επεξεργασίας διφασικού πυρήνα, κάτι που πρέπει άμεσα να δρομολογηθεί. Υπάρχει το παράδειγμα της Σάμου. Προς αυτή την κατεύθυνση απαιτείται ο κατάλληλος σχεδιασμός που πρέπει να ξεκινήσει άμεσα από τους συνεταιριστές ή από ιδιώτες. Ο όγκος θα είναι μεγαλύτερος σε σχέση με τον όγκο των τριφασικών, η παραγόμενη πυρήνα θα είναι υδαρή και η οσμή εντονότερη.
«Εναλλακτικές λύσεις υπάρχουν»
Μέχρι να δημιουργηθεί το διφασικό πυρηνελαιουργείο, θα πρέπει να βρεθεί ο τρόπος επεξεργασίας του κατσίγαρου. Εναλλακτικές λύσεις υπάρχουν… ασχέτως αν κάποιοι σκοπίμως(;) διαδίδουν ότι δεν υπάρχουν. Μια ορθότερη επεξεργασία του κατσίγαρου μπορεί επιτευχθεί μέσω χρήσης υγρών αποβλήτων στην άρδευση ελαιώνων, μέσω διάθεσης στο έδαφος (λίπασμα) κατόπιν ανάμειξης τους με άλλα υλικά, όπως άχυρα, φύλλα, κλαδιά, κοπριά, κλπ (Ντούλα, κ.α, 2012), ή όπως αναφέρουν οι Καλογεράκης και Νικολαΐδης (2008), με επιφανειακή διάθεση σε ελαιώνες και φυσική αποκατάσταση (απαιτούνται μεγάλες εκτάσεις ελαιώνων), μεεξατμησιοδεξαμενές, με υπεδάφια διάθεση και φυτοεξυγίανση (απαιτούνται μεγάλες εκτάσεις με λεύκες και άρδευση με νερό το καλοκαίρι), με φίλτρανση με πριονίδια και ρητίνες, με αναερόβια χώνευση (αν και αυτή η μέθοδος έχει μεγάλο κόστος κατασκευής και συντήρησης), με απόσμηση με ηλεκτρολυτική επεξεργασία (βοηθάει στην καταπολέμηση των οσμών), αλλά και με άλλους τρόπους –ή με συνδυασμούς τους- που μπορούν να αναζητηθούν στη διεθνή βιβλιογραφία.
Για παράδειγμα, σήμερα έχουν αναπτυχθεί αρκετές μέθοδοι επεξεργασίας αποβλήτων, όπως: ενεργός ιλύς, αερόβια χώνευση, αναερόβια χώνευση, λίμνες οξείδωσης, αντιδραστήρες με περιστρεφόμενο μέσο επαφής, σταλαγματικά φίλτρα, αναερόβιοι αντιδραστήρες ανοδικής ροής δια μέσου στρώματος λάσπης, αναερόβιες διατάξεις τύπου επαφής, αντιδραστήρες ρευστοποιημένης κλίνης, αντιδραστήρες με σταθερή κλίνη πληρωτικού υλικού, αναερόβια φίλτρα, PVA-gels Biocarrires (Θεωδορακόπουλος, 2011).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου